Σύνθετα Ρήματα – Compound verbs

ρήματα, verbs

Συγκρατώ/Restrain/Hold back

συν + κρατάω,ώ

ΟΡΙΣΤΙΚΗ/INDICATIVE

ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
PRESENT
ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ
IMPERFECT
ΑΟΡΙΣΤΟΣ
PAST
συγκρατώσυγκρατούσασυγκράτησα
συγκρατάςσυγκρατούσεςσυγκράτησες
συγκρατά(ει)συγκρατούσεσυγκράτησε
συγκρατάμε
συγκρατούμε
συγκρατούσαμεσυγκρατήσαμε
συγκρατάτεσυγκρατούσατεσυγκρατήσατε
συγκρατάνε
συγκρατούν(ε)
συγκρατούσαν(ε)συγκράτησαν
συγκρατήσανε
ΕΞΑΚΟΛΟΥΘΗΤΙΚΟΣ
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
FUTURE CONTINUOUS
ΣΤΙΓΜΙΑΙΟΣ
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
SIMPLE

FUTURE
ΣΥΝΤΕΛΕΣΜΕΝΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
FUTURE

PERFECT
θα συγκρατάω
θα συγκρατώ
θα συγκρατήσωθα έχω συγκρατήσει
θα συγκρατάςθα συγκρατήσειςθα έχεις συγκρατήσει
θα συγκρατά
θα συγκρατάει
θα συγκρατήσειθα έχει συγκρατήσει
θα συγκρατάμε
θα συγκρατούμε
θα συγκρατήσουμεθα έχουμε συγκρατήσει
θα συγκρατάτεθα συγκρατήσετεθα έχετε συγκρατήσει
θα συγκρατάνε
θα συγκρατούν(ε)
θα συγκρατήσουν(ε)θα έχουν συγκρατήσει
ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
PRESENT PERFECT
ΥΠΕΡΣΥΝΤΕΛΙΚΟΣ
PAST PERFECT
έχω συγκρατήσειείχα συγκρατήσει
έχεις συγκρατήσειείχες συγκρατήσει
έχει συγκρατήσειείχε συγκρατήσει
έχουμε συγκρατήσειείχαμε συγκρατήσει
έχετε συγκρατήσειείχατε συγκρατήσει
έχουν(ε) συγκρατήσειείχαν(ε) συγκρατήσει

YΠΟΤΑΚΤΙΚΗ/SUBJUNCTIVE

ΕΞΑΚΟΛΟΥΘΗΤΙΚΗ
PRESENT
ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ
PAST
ΣΥΝΤΕΛΕΣΜΕΝΗ
PERFECT
να συγκρατάω
να συγκρατώ
να συγκρατήσωνα έχω συγκρατήσει
να συγκρατάςνα συγκρατήσεινα έχεις συγκρατήσει
να συγκρατά(ει)να συγκρατήσεινα έχει συγκρατήσει
να συγκρατάμε
να συγκρατούμε
να συγκρατήσουμενα έχουμε συγκρατήσει
να συγκρατάτενα συγκρατήσετενα έχετε συγκρατήσει
να συγκρατάνε
να συγκρατούν(ε)
να συγκρατήσουν(ε)να έχουν συγκρατήσει

ΠΡΟΣΤΑΚΤΙΚΗ/IMPERATIVE

ΕΞΑΚΟΛΟΥΘΗΤΙΚΗ
PRESENT
ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ
PAST
συγκράτασυγκράτησε
συγκρατάτεσυγκρατήστε

ΜΕΤΟΧΗ/PARTICIPLE

ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ
PRESENT
συγκρατώντας

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *