
Ουδέτερα Ουσιαστικά/Neuter Nouns
Nominative > what > Ονομαστική > ποιο / τι > the subject of the verb
Genitive > whose? > Γενική > Ποιου / Ποιανού > possession
Accusative > what > Αιτιατική > Ποιο / Τι the object of the verb
Vocative > direct address
Ουδέτερα σε -ι
Πτώσεις Cases το παιδί child | Ενικός Αριθμός | Πληθυντικός Αριθμός | ||
---|---|---|---|---|
Ονομαστική | το | παιδί | τα | παιδιά |
Γενική | του | παιδιού | των | παιδιών |
Αιτιατική | το | παιδί | τα | παιδιά |
Κλητική | – | παιδί | – | παιδιά |
Ουδέτερα σε -ο
Πτώσεις Cases το άτομο person | Ενικός Αριθμός | Πληθυντικός Αριθμός | ||
---|---|---|---|---|
Ονομαστική | το | άτομο | τα | άτομα |
Γενική | του | ατόμου | των | ατόμων |
Αιτιατική | το | άτομο | τα | άτομα |
Κλητική | – | άτομο | – | άτομα |
Ουδέτερα σε -μα
Πτώσεις Cases το σώμα body | Ενικός Αριθμός | Πληθυντικός Αριθμός | ||
---|---|---|---|---|
Ονομαστική | το | σώμα | τα | σώματα |
Γενική | του | σώματος | των | σωμάτων |
Αιτιατική | το | σώμα | τα | σώματα |
Κλητική | – | σώμα | – | σώματα |
άγαλμα, άνοιγμα, ζήτημα, όνομα, βήμα, μάθημα, χρήμα, διάστημα, μηχάνημα, ζήτημα, χρώμα, δέμα, ποίημα, δέρμα, αίμα, τηλεγράφημα, θέμα, έλλειμμα, βλέμμα, κόμμα, διάλειμμα, δίλημμα, γράμμα, στέμμα, κάλυμμα, οργανόγραμμα κτλ |
Ουδέτερα σε -ος
Πτώσεις Cases το μέρος place | Ενικός Αριθμός | Πληθυντικός Αριθμός | ||
---|---|---|---|---|
Ονομαστική | το | μέρος | τα | μέρη |
Γενική | του | μέρους | των | μερών |
Αιτιατική | το | μέρος | τα | μέρη |
Κλητική | – | μέρος | – | μέρη |
μέρος, δάσος, έδαφος, βέλος, κόστος, μήκος, μέγεθος, έδαφος, στέλεχος, άλσος, μήκος, το βάρος, σκάφος, |
Ουδέτερα σε -ι
Πτώσεις Cases the fact το γεγονός | άρθρο article | Ενικός Αριθμός Singular | άρθρο article | Πληθυντικός Αριθμός Plural |
---|---|---|---|---|
Ονομαστική Nominative | το | γεγονός | τα | γεγονότα |
Γενική Genitive | του | γεγονότος | των | γεγονότων |
Αιτιατική Accusative | το | γεγονός | τα | γεγονότα |
Κλητική Vocative | – | γεγονός | – | γεγονότα |
Ουδέτερα σε -ιμο
Πτώσεις Cases dressing outfit | άρθρο article | Ενικός Αριθμός Singular | άρθρο article | Πληθυντικός Αριθμός Plural |
---|---|---|---|---|
Ονομαστική Nominative | το | ντύσιμο | τα | ντυσίματα |
Γενική Genitive | του | ντυσίματος | των | ντυσιμάτων |
Αιτιατική Accusative | το | ντύσιμο | τα | ντυσίματα |
Κλητική Vocative | – | ντύσιμο | – | ντυσίματα |
το γράψιμο writting το πλύσιμο washing | το βάψιμο painting το κόψιμο cutting | το τρέξιμο running το φτιάξιμο making | το ράψιμο sewing το σβήσιμο erasing | το ψήσιμο roasting κτλ. etc. |
verb | ρήμα | the acting of… το… |
---|---|---|
run | τρέχω | τρέξιμο |
blame for sth | φταίω | φταίξιμο |
cry | κλαίω | κλάψιμο |
rob, steal, cheat | κλέβω | κλέψιμο |
catch/hold | πιάνω | πιάσιμο |
write | γράφω | γράψιμο |
make | φτιάχνω | φτιάξιμο |
sew | ράβω | ράψιμο |
dress | ντύνω | ντύσιμο |
roast | ψήνω | ψήσιμο |
wash | πλένω | πλύσιμο |
paint | βάφω | βάψιμο |
erase | σβήνω | σβήσιμο |
burn | καίω | κάψιμο |
Ουδέτερα σε -ας
Πτώσεις Cases monster | άρθρο article | Ενικός Αριθμός Singular | άρθρο article | Πληθυντικός Αριθμός Plural |
---|---|---|---|---|
Ονομαστική Nominative | το | τέρας | τα | τέρατα |
Γενική Genitive | του | τέρατος | των | τεράτων |
Αιτιατική Accusative | το | τέρας | τα | τέρατα |
Κλητική Vocative | – | τέρας | – | τέρατα |
γήρας (old age), κρέας (meat), πέρας (το τέλος = end, conclusion) |
Ουδέτερα σε -ον,-εν
Πτώσεις Cases being creature | άρθρο article | Ενικός Αριθμός Singular | άρθρο article | Πληθυντικός Αριθμός Plural |
---|---|---|---|---|
Ονομαστική Nominative | το | ον | τα | όντα |
Γενική Genitive | του | όντος | των | όντων |
Αιτιατική Accusative | το | ον | τα | όντα |
Κλητική Vocative | – | ον | – | όντα |
το προϊόν (product), το παρόν (present > time), το προσόν (qualification) |
Πτώσεις Cases vowel | άρθρο article | Ενικός Αριθμός Singular | άρθρο article | Πληθυντικός Αριθμός Plural |
---|---|---|---|---|
Ονομαστική Nominative | το | φωνήεν | τα | φωνήεντα |
Γενική Genitive | του | φωνήεντος | των | φωνηέντων |
Αιτιατική Accusative | το | φωνήεν | τα | φωνήεντα |
Κλητική Vocative | – | φωνήεν | – | φωνήεντα |
το ενδιαφέρον (interest), καθήκον (duty), μέλλον (future), περιβάλλον (environment), σύμπαν (universe), συμφέρον (interest, good), συμβάν (fact, event) |
το παν (everything), του παντός, το παν,-παν τα πάντα, των πάντων, τα πάντα, -πάντα |
το μηδέν (zero), του μηδενός, το μηδέν, -μηδέν (no plural) it takes the plural of the noun το μηδενικό > τα μηδενικά το μηδενικό, του μηδενικού, το μηδενικό, -μηδενικό τα μηδενικά, των μηδενικών, τα μηδενικά, – μηδενικά |
Ουδέτερα σε -ώς/-ός
Πτώσεις Cases regime | άρθρο article | Ενικός Αριθμός Singular | άρθρο article | Πληθυντικός Αριθμός Plural |
---|---|---|---|---|
Ονομαστική Nominative | το | καθεστώς | τα | καθεστώτα |
Γενική Genitive | του | καθεστώτος | των | καθεστώτων |
Αιτιατική Accusative | το | καθεστώς | τα | καθεστώτα |
Κλητική Vocative | – | καθεστώς | – | καθεστώτα |
Πτώσεις Cases the fact το γεγονός | άρθρο article | Ενικός Αριθμός Singular | άρθρο article | Πληθυντικός Αριθμός Plural |
---|---|---|---|---|
Ονομαστική Nominative | το | γεγονός | τα | γεγονότα |
Γενική Genitive | του | γεγονότος | των | γεγονότων |
Αιτιατική Accusative | το | γεγονός | τα | γεγονότα |
Κλητική Vocative | – | γεγονός | – | γεγονότα |
Εξαίρεση/Exception |
---|
το φως (light), του φωτός, το φως, -φως τα φώτα, των φώτων, τα φώτα, – φώτα |