Symptom, Sign, Get sick, Disease - Το σύμπτωμα, Το σημάδι, Αρρωσταίνω, Η αρρώστια, Η ασθένεια
Μίσος (noun) μισός (adjective) μισώ (verb) μισό (adjective)
μίσος(noun) μισός(adjective)
μισώ(verb) μισό(adjective)
Μπορώ / Can Type B2
Can - Μπορώ Type B2
Μισώ – hate Type B2 – Free Post
Ενεργητική Φωνή/Active Voice, Type B2
Μισώ
Verb + object – Free post
Verb + object in Accusative