παίρνω / θα πάρω (take / will take)
Expressions / Εκφράσεις
- Τι θα πάρεις; ti tha páris – What will you have?
- Θα πάρω έναν καφέ. – tha páro énan kafé – I’ll have a coffee.
- Θα πάρω μία σούπα. – tha páro mía súpa – I’ll have a soup.
- Θα πάρω ένα παγωτό. – tha páro éna paγotó – I’ll have an ice cream.
παίρνω pérno έπαιρνα éperna πήρα píra θα παίρνω tha pérno θα πάρω tha páro έχω πάρει ého pári είχα πάρει íha pári θα έχω πάρει tha ého pári | Eνεστώτας Present Παρατατικός Imperfect (Past Cont.) Αόριστος Simple Past Εξακολουθητικός μέλλοντας Future Continuous Συνοπτικός μέλλοντας Simple Future Παρακείμενος Present Perfect Υπερσυντέλικος Past Perfect Συντελεσμένος μέλλοντας Future Perfect |
(εγώ) παίρνω (εσύ) παίρνεις (αυτός, αυτή, αυτό) παίρνει (εμείς) παίρνουμε (εσείς) παίρνετε (αυτοί, αυτές, αυτά) παίρνουν(ε) | (εγώ) θα πάρω (εσύ) θα πάρεις (αυτός, αυτή, αυτό) θα πάρει (εμείς) θα πάρουμε (εσείς) θα πάρετε (αυτοί, αυτές, αυτά) θα πάρουν(ε) |
παίρνω I take/get/(have) | + Aιτιατική Accusative |
θα πάρω I’ll take/get/(have) | + Aιτιατική Accusative |
Κάθε μεσημέρι παίρνω έναν καφέ και μία σαλάτα. káthe méra pérno énan kafé ke mía saláta Every day I have a coffee and a salad. | |
θα πάρω I’ll take/get/(have) + | έναν καφέ kafé a coffee έναν χυμό himó a juice μία σαλάτα saláta a salad μία μπύρα bíra a beer ένα παγωτό paγotó an ice cream ένα γλυκό γlikó a dessert |
What will you have? I will have a soup. Τι θα έχεις; Χ Θα έχω μία σούπα. Χ Τι θα πάρεις; Θα πάρω μία σούπα. | I will take the train. Θα πάρω το τρένο. |
παίρνω perno + I take θα πάρω tha paro + I’ll take | το τρένο to treno the train το λεωφορείο to leoforio the bus το αεροπλάνο to aeropláno the plane το αυτοκίνητο to aftokínito the car |
Παίρνεις το τρένο; pernis to treno Do you take the train? | Ναι, παίρνω το τρένο. ne, pérno to tréno Yes, I take the train. Όχι, δεν παίρνω το τρένο. óhi, δen pérno to tréno No, I don’t take the train. |
Θα πάρεις το τρένο; tha páris to tréno Will you take the train? | Ναι, θα πάρω το τρένο. ne, tha páro to tréno Yes, I will take the train. Όχι, δεν θα πάρω το τρένο. óhi, δen tha páro to tréno No, I won’t take the train. |