(tenses, indicative)
happen,suffer/be lost, disappear
Παθαίνω, πάθαινα, έπαθα, θα παθαίνω, θα πάθω, έχω πάθει, είχα πάθει, θα έχω πάθει Τι έπαθες; Ποιο είναι το πρόβλημά σου; Τι τρέχει με σένα; Θα πάθω κατάθλιψη αν μείνω και άλλο μέσα στο σπίτι, λόγω του κορονοϊού. | What happened to you? What’s the matter with you? What is wrong with you? I will suffer from depression if I keep staying indoors, due to covid19. |
χάνομαι,χανόμουν,χάθηκα, θα χάνομαι,θα χαθώ, έχω χαθεί, είχα χαθεί , θα έχω χαθεί Τι έπαθες και χάθηκες; Δεν απαντάς ούτε στα τηλέφωνα. Πού χάθηκες; Δεν μπορώ να σε βρω πουθενά! | What happened to you and “you are lost”? You don’t even answer to the phone calls. Where have you been? (be out of touch with sb) I can’t reach you anywhere. |